Wednesday, September 27, 2006

A pleasant shade of Gray

Επιτέλους.

Επιτέλους βρέχει. Γκρίζα σύννεφα παντού, η μέρα αρχίζει μα το σκοτάδι παραμένει. Η μυρωδιά της υγρασίας, ο ήχος του νερού, πλημμυρίζουν το χώρο. Βρεγμένα μαλλιά κολλάνε στο πρόσωπο. Βρεγμένα ρούχα αγκαλιάζουν το σώμα. Κι εγώ σ’ ένα μικρό, παλιό, σάπιο μπαλκόνι, σε μια τεράστια, παλιά και λιγδιασμένη πόλη, βλέπω, ακούω, αισθάνομαι, μυρίζω, γεύομαι, χορεύω στη βροχή. Πανδαισία για όλες τις αισθήσεις.

Βρέχει, επιτέλους βρέχει. Το παλιό, βρόμικο τσιμέντο που γεμίζει την πόλη χάνει κάθε ίχνος ασχήμιας. Δένει με το γκρίζο του ουρανού και αποκτά μια ομορφιά θλιβερή, μελαγχολική και μαύρη. Δικιά μου. Σαν ασπρόμαυρη φωτογραφία. Αποχρώσεις του γκρίζου παντού. Πάρα πολλές, εκατοντάδες ίσως, μα έχουν όλες κάτι από γκρι. Comptine d’ un autre ete – l’ après midi . Σαν τα μελαγχολικά βαλς της Amelie που ξεχύνονται από τα ηχεία μου. Σαν τις εκφάνσεις της ζωής.

O χρόνος ξέρει καλά τη δουλειά του και συνεχίζει να κυλάει. Στους ρυθμούς των βαλς, σήμερα η βροχή τον συνοδεύει. Οι δρόμοι πλένονται, τα σκουπίδια κυλούν και παρασέρνονται απ’ το νερό. Δεν υπάρχουν αμαρτίες που δάκρυα δεν μπορούν να τις ξεπλύνουν. Και σήμερα ο ουρανός είναι δακρυσμένος. Ταιριάζει με τον δικό μου. Θυμίζει παλιά ταξίδια που έκανα, όταν η ζωή μου είχε νόημα γιατί την μοιραζόμουν. Θυμίζει κρύο και μυρωδιά θάλασσας, βροχή και αέρα ένα κρύο βράδυ σε ένα σάπιο ferry boat, σε μια μεταμεσονύκτια πλεύση προς το Αντίριο. Θυμίζει άφιξη στα Γιάννενα, με μια αγκαλιά και μια καθαρή πετσέτα να περιμένουν. Ζεστά σερμπέτια, ζεστά φιλιά και ρακόμελο πικάντικο θυμίζει. Χιλιάδες πράγματα δικά σου, από τα μεγαλύτερα μέχρι τα πιο μικρά. Μα τούτο, το ένα, το πιο απλό απ’ όλα, η βροχή... Ήταν πάντοτε δικό μου. Δική μου συντροφιά, το δώρο που έφερνα μαζί μου όταν ερχόμουν, η μόνη ομορφιά που έμεινε μαζί μου όταν έφυγες. Και η μοναξιά πάντα ελαφραίνει όταν βρέχει. Γιατί έχω τον καιρό στο πλάι μου. Και τέτοιες μέρες, όταν κοιτάς έξω, βλέπεις τον κόσμο που άφησες. Τον δικό μου κόσμο.

Η πόλη ξυπνάει. Οι άνθρωποι περπατούν στους δρόμους, μα επιτέλους δεν έχουν ηλίθια χαμόγελα στα χείλη. Μερικο , λίγοι, πολύ λίγοι, χαμογελούν μελαγχολικά. Περπατούν γρήγορα, είναι σοβαροί, και για μία φορά στην ζωή τους κοιτάζουν χαμηλά. Είναι τόσο πολύ όμορφοι σήμερα... Πανέμορφοι. Τους βλέπω και αναρωτιέμαι πόσο καλύτερος θα ήταν ο κόσμος αν είχαμε τη σοφία να κοιτάμε πάντα χαμηλά. Δεν έχει σημασία. Κάποτε ήμουν βλάκας, μικρός και αλαζονικά ευτυχής. Είχαν πει τότε για μένα: «Μίλα στο Γειτωνάκο. Ο Γείτωνας είναι σοφός». Από τότε έπαθα πολλά. Από τότε έμαθα πολλά. Τους ξαναβρήκα και τους το είπα. Μάλλον περισσότερα απ’ όσα θα πρεπε είχα μάθει. Γιατί τώρα πια δε μου μιλούν. Δεν είμαστε έτοιμοι να ξέρουμε πολλά. Δεν είμαστε έτοιμοι να νιώθουμε πολλά. Μήτε να κοιτάμε χαμηλά είμαστε έτοιμοι. Να ‘ναι καλά η βροχή. Που μας το θυμίζει πού και πού.

Friday, September 22, 2006

Happy End







Tελικά

Είναι μύθος.


Αν είναι ευτυχισμένο,

Aπλώς δεν έγινε ακόμη,


Τέλος

Χωρίς τίτλο

Υπάρχει ένας άντρας. Ψηλός, αδύνατος, μικρός.
Και μια γυναίκα. Μια όμορφη γυναίκα.
Μία συνάντηση τους φέρνει κοντά.
Γνωρίζονται, αγαπιούνται, κάνουν έρωτα, μεγαλώνουν μαζί.
Ζουν μαζί. Για πολύ καιρό.
Υπάρχουν και άλλοι γύρω τους, μα εκείνος δεν τους βλέπει.
Πιστεύει ότι είναι οι δυο τους μόνο, και όλοι οι άλλοι έξω.
Εκείνη όμως βλέπει γύρω της.
Δεν είναι μόνοι τους, ο κόσμος είναι ακριβώς δίπλα.
Αρκεί ένα μικρό βήμα για να πάει.
Και πηγαίνει.
Στην αρχή δειλά, κρυφά, για να μην την καταλάβει.
Βηματισμοί ακέραιοι, σίγουροι. Όλη η ευθύνη πάνω της.

Αλλά εκείνος συνεχίζει να την αγαπά.
Και να την εμπιστεύεται.

Και είναι ακόμα σίγουρος ότι οι δυο τους συνεχίζουν να είναι μόνοι.
Μια μέρα ξυπνά και ανοίγει το παράθυρο.
Την βλέπει να στέκεται έξω χαμογελαστή.
Είχε μόλις περάσει για άλλη μια φορά κρυφά την πόρτα.
Θέλει να της μιλήσει, μα είναι μακριά της.
Αλλά δεν θα μπορούσε να της μιλήσει άσχημα.
Το μόνο που θα ήθελε να τη ρωτήσει είναι τι είδε έξω.
Όταν επιστρέφει τη ρωτά.
Η πόρτα κλείνει πίσω της.
Εκείνη δεν απαντά, μα του λέει μόνο όσα θα ήθελε να ακούσει.

Αλλά εκείνος συνεχίζει να την αγαπά.
Και να την εμπιστεύεται.

Thursday, September 21, 2006

You just don't remember

"It was you, it was me,
And we would last forever.
Any fool could see,
that we wereMeant to be
Without you, there is no meaning to My life.
You're gone and it cuts me likeA knife.
How could you leave me?

Why did you turn away,
Let your love fade away
and die.
You became so cold,
you made me feel so old.

When you left, you broke my heart
And just to see.
How many pieces there would be,
After you leave me.


You don't remember,
I'll never forget
You just don't remember,
I'll never forget



Για κάθε απειροελάχιστα πιθανή συγκυρία

Σε κάθε διάττοντα αστέρα

Σε κάθε άγνωστο Θεό

Με κάθε κομμάτι της καρδιάς μου

Δεν αντέχω άλλες προσευχές.

Τα βλέφαρα βαραίνουν

Όσο κι αν την έχω ανάγκη αυτή την αγκαλιά,

Στ' αποψινά μου όνειρα

Μην τολμήσεις να με βρεις.


Καληνύχτα







Monday, September 11, 2006

Διάλογοι

-Νομίζεις δηλαδή ότι πέτυχες κάτι με το να αυτοδιαγραφείς και να ξαναεγγραφείς στο Τριαγώνια;
-Κοίταξε, το σκεφτόμουν πολύ καιρό τώρα, είχα την ελπίδα ότι με το να ξεκαθαρίσω πράγματα που δεν πηγαίνουν καλά στη ζωή μου θα λυτρωθώ από την άσχημη περίοδο που περνώ αυτόν τον καιρό.
-Και, λυτρώθηκες;
-Προφανώς όχι. Ο λόγος που δεν μπορούσα να συμμετέχω ενεργά στο Τριαγώνια φυσικά και δεν ήταν αυτός που ανέφερα στο post της αποχώρησής μου. Και, μαζεύτηκαν τόσα πολλά, που...
-Που;
-Που άρχισα να ρίχνω ευθύνες παντού. Να με ενοχλούν τα πάντα. Τα ορθογραφικά λάθη των bloggers, οι απανταχού blogoγειτονιές, οι σχέσεις μεταξύ τους...
-Και γιατί δεν το συζήτησες με τα άλλα δύο μέλη, προτού αποχωρήσεις;
-Γιατί ήμουν σίγουρος ότι δεν θα βγάζαμε άκρη. Είμαι τόσο άσχημα αυτόν τον καιρό που και το πιο απλό θέμα συζήτησης με τσιτώνει.
-Θέλεις λίγο να μου πεις γιατί είσαι άσχημα;
-Ε, η εξεταστική, τα προσωπικά μου... αυτά.
-Και νομίζεις πως είσαι ο μόνος που έχει αυτόν τον καιρό προβλήματα με την εξεταστική και... τι άλλο μου είπες; Α, ναι, τα προσωπικά.
-Φυσικά και όχι.
-Οπότε, όποιος έχει προσωπικά προβλήματα, να αποχωρεί από το blog του, και να νομίζει πως έτσι θα διορθωθούν.
-Σε παρακαλώ, δεν είναι έτσι...
-Έτσι είναι, Στάσυμ. Λοιπόν, πήγαινε πίσω στο Τριαγώνια, και δες το λίγο διαφορετικά.
-Μα, θα με δεχτούν πίσω;
-Τι είναι δηλαδή το Τριαγώνια, καμιά περίεργη μυστική οργάνωση που θέλει ειδικές διαδικασίες για την αποδοχή των μελών της;
-Όχι, αλλά...
-Καλή επιστροφή.
-Καλώς σας βρήκα.

Saturday, September 09, 2006

Πόσο πάει;


Η ώρα είναι 5:30 μμ. Κατηφορίζω στην Αγγελάκη η οποία είναι ήδη κλειστή και έχουν αρχίσει να γίνονται οι προετοιμασίες για την σημερινή πορεία. Στο αριστερό πεζοδρόμιο μετράω 7 αστυνομικά λεωφορεία. Στα δεξιά έχουν αρχίσει να μαζεύονται οι Αστυνομικές δυνάμεις. Άλλοι με μπλε και άλλοι με πράσινες στολές κάθονται στα πεζούλια ενώ μπροστά τους έχουνε ακουμπήσει τον εξοπλισμό. Κλείνω λίγο το οπτικό μου πεδίο και βλέπω πλέον μια σειρά από λευκά κράνη, γκλομπ, ασπίδες και αλεξίσφαιρα. Στο κέντρο του δρόμου αγκαλιασμένοι, χαμογελαστοί φοιτητές και φοιτήτριες πηγαίνουν προς το σημείο συγκέντρωσης για την έναρξη της πορείας. Προχωρώντας λίγο πιο κάτω, βλέπω άλλα 8 λεωφορεία και ήδη έχουν αρχίσει να μου φαίνονται πάρα πολλά για ένα οικοδομικό τετράγωνο. Στρίβω κάτω στην λεωφόρο Στρατού(όνομα και πράμα σήμερα) και βλέπω άλλα 25 πριν σταματήσω το μέτρημα....

Πιάστηκε η καρδιά μου, ανέβηκαν οι παλμοί μου, με έπιασε ένα σφίξιμο στο λαιμό. Εικόνες από παλιότερες πορείες άρχισαν να ξαναπερνούν μπροστά απ’ τα μάτια μου. Τι θα γίνει πάλι απόψε; Πόσα περιστατικά ωμής, εν ψυχρώ βίας θα έχουμε; Πόσες συγκρούσεις μεταξύ πολιτών και δυνάμεων καταστολής; Μεταξύ ανθρώπων και ανθρώπων; Πόσους «ελαφρά τραυματισμένους» θα μετρήσουμε στο τέλος της βραδιάς; Πόσους βαριά; Πόσα κεφάλια ανθρώπων θα ανοίξουν σήμερα; Πόσα χτυπήματα από γκλομπ θα έχουν δεχθεί; Πόσοι αστυνομικοί θα πληρωθούν και πόσα σπίτια θα κλείσουν; Πόσοι ξύπνησαν σήμερα, απλοί, καθημερινοί άνθρωποι, με μικρές χαρές και μικρά προβλήματα σαν εμένα; Πόσοι δεν θα γυρίσουν το βράδυ σπίτι τους;Που θα ξυπνήσουν αύριο; Σε ποιό νοσοκομείο, σε ποιό κρατητήριο, σε ποια μονάδα εντατικής θεραπείας; Πόσες μητέρες θα κλάψουν; Πόσοι ερωτευμένοι θα δουν ότι πιο πολύτιμο έχουν στον κόσμο,τον άνθρωπό τους, αιμόφυρτο και δεν θα μπορούν να κάνουν τίποτα; Πόσοι άνθρωποι δεν θα λυπότανε ακόμα και ένα πληγωμένο γατάκι στο δρόμο; Γιατί δεν θα το σκεφτούν αυτό όταν θα κατεβάζουν το οπλισμένο χέρι τους πάνω σε ένα ακάλυπτο, ανθρώπινο κεφάλι;

Σήμερα θα μιλήσει ο πρωθυπουργός. Σήμερα θα μάθουμε τι μας επιφυλάσσει το αύριο. Σήμερα θα αντιδράσουμε σε αυτό. Κάποιοι θα τραυματιστούν, και κάποιοι θα πλουτίσουν. Και τα ερωτήματα αρχίζουν να με βομβαρδίζουν και πάλι. Πόσοι «δημοσιογράφοι» δεν θα αφήσουν ούτε για ένα δευτερόλεπτο την κάμερα βοηθώντας κάποια άτυχη κοπέλα που θα ποδοπατείται (η θα ξυλοκοπείται), για να εισπράξουν αύριο μία χοντρή επιταγή; Πόσοι γιατροί θα ζητήσουν φακελάκια για να την χειρουργήσουν μετά; Πόσο συνάλλαγμα θα αφήσουν τα άτυχα σημερινά θύματα σε αυτήν την πόλη; Πόσοι Αστυνομικοί θα ήθελαν να είναι από την άλλη πλευρά της πορείας αλλά δεν το κάνουν για να μην χάσουν την δουλεία τους; Πόσοι διαδηλωτές δεν θα ήθελαν να είναι στην πορεία, αλλά πρέπει να πρωτοστατήσουν για λόγους image; Πόσοι είναι «αληθινοί» και πόσοι είναι απλές πουτάνες, που ξεπουλιούνται παίζοντας αυτούς τους ρόλους σήμερα, για λίγα χρήματα ή για μια «δημόσια εικόνα» και λιγάκι δόξα; Για μία καλύτερη θέση στο Αστυνομικό σώμα ή στις φοιτητικές κομματικές παρατάξεις; Και ποιοι στην ουσία κρύβονται πίσω από τις συγκρούσεις που θα γίνουν; Απλοί πολίτες ή μήπως το γνωστό πεντάγωνο: γνωστοί/άγνωστοι-αστυνομία-εφοπλιστές-ΜΜΕ-πολιτικοί;

Γιατί συμβαίνουν κάθε φορά όλα αυτά; Για ποιες αξίες; Είναι ή δεν είναι η Ανθρώπινη Ζωή το μόνο πράγμα που έχουμε, το μόνο πράγμα που δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε, το μόνο πράγμα που αν χάσουμε, όλα τα άλλα παύουν να υπάρχουν; Είναι ή δεν είναι η Ανθρώπινη Ζωή η υπέρτατη αξία; Πόσο την κοστολογείτε; Πείτε μου. Θέλω να ξέρω πόσο πάει. Αλήθεια σας λέω. Αν μπορούμε έστω και να εξαγοράσουμε την ανθρωπιά σας, θα προσπαθήσουμε να το κάνουμε. Τι σκατά και ΠΟΣΑ θέλετε να μαζέψουμε και να σας δώσουμε για να προσπαθήσετε να καταστρέψετε λίγες ζωές λιγότερες αυτή τη φορά;

Thursday, September 07, 2006

Καλή συνέχεια...

Με αυτό το τελευταίο μου post θέλω να ευχαριστήσω θερμά τον Ισοβίτη και το Γείτωνα για το blogάκι που διατηρούμε το τελευταίο δίμηνο. Τον τελευταίο μήνα, αν και μου δόθηκε πολλές φορές η ευκαιρία να γράψω κάποιο post, δεν είχα την απαραίτητη διάθεση να συντάξω τις σκέψεις μου σε κείμενο. Άλλωστε πάντοτε προτιμούσα να χρησιμοποιώ διάφορους και διαφορετικούς τρόπους έκφρασης.
Έτσι κρίνω ότι δεν υπάρχει λόγος να βρίσκομαι άλλο σε αυτή τη μικρή γειτονιά που δημιουργήσαμε. Καλή συνέχεια στους δυο σας, υπόσχομαι ότι θα επανέρχομαι με comments σε post δικά σας, αλλά και φίλων από τη blogoγειτονιά.

Wednesday, September 06, 2006

Ανοήτων χαρτογράφησις


Αγαπητοί και πανέξυπνοι αναγνώστες μου, έχετε σκεφτεί ποτέ πόση δύναμη ασκούν πάνω μας οι ηλίθιοι; Εάν νομίζετε πως θα μπορείτε να τους αποφεύγετε πάντοτε, τότε θα σας επιστήσω την προσοχή και θα σας αναφέρω πως η κοινωνία και ο κόσμος γενικότερα βρίθει από βλάκες, ηλίθιους, ανώριμους και πνευματικά παράλυτους ανθρώπους. Μια βόλτα στην πόλη εξάλλου θα σας πείσει για τα γραφόμενά μου και για το γεγονός πως αυτή η υπερ-συγκέντρωση νοητικής ανικανότητας δεν μπορεί παρά να έχει αρνητικό αντίκτυπο και σε εμάς τους απλούς, καθημερινούς, ιδιαιτέρως ευφυείς ανθρώπους.

Όλοι αυτοί λοιπόν που χρησιμοποιούν τον εγκέφαλό τους ως έρμα για να μην παίρνει ο αέρας το κεφάλι τους, διαβρώνουν και καταστρέφουν συστηματικά την δική μας ζωή. Ας μη γελιόμαστε: Η μάστιγα της επάρατης βλακείας δεν περιορίζεται μόνο στον κύκλο των αγνώστων αλλά επεκτείνεται και στους γνωστούς, στους φίλους ακόμα και στους συγγενείς. Σε αυτό το γεγονός μάλιστα οφείλεται και η ιδιαίτερη αρνητική επίδραση που αναφέραμε πιο πάνω, αφού κανείς δεν πιστεύει ή δεν θέλει να πιστέψει πως ο συνάνθρωπός του είναι γνησίως βλάκας, ένας βλάκας με περικεφαλαία που περιφέρεται ως άχθος επί της Γης. Αυτή η άρνηση αντίληψης της πραγματικότητας (κυρίως για λόγους συμπόνιας θέλω να πιστεύω) μας φέρνει κάθε φορά προ εκπλήξεων μιας και δεν μπορούμε να πιστέψουμε πως το ίδιο άτομο είναι «ικανό» για συνεχόμενες πράξεις ανόθευτης ηλιθιότητας. Κάθε φορά με νουθεσίες και συμβουλές τον φέρνουμε στο σωστό δρόμο μόνο και μόνο για να κυλιστεί στο βούρκο της ανοησίας την επόμενη κιόλας στιγμή, και εμείς να απογοητευτούμε για όλη την ενέργεια που ξοδέψαμε, τις ελπίδες που εναποθέσαμε και το χρόνο που χάσαμε μαζί του αλλά και να υποστούμε τις άμεσες συνέπειες που έχει η βλακεία επάνω μας. Όμως ποιος μπορεί να αντισταθεί σε αυτά τα μάτια, τα μεγάλα και στρογγυλά (σαν του ροφού) όταν μας κοιτάνε με απορία και μας ρωτάνε για το ποιο είναι το λάθος και μας ενημερώνουν ταυτόχρονα ότι όλα έγιναν σωστά και στο κάτω-κάτω το λάθος είναι δικό μας… Ο Ηλίθιος είναι και αξιωματικά αλάνθαστος.

Το αποτέλεσμα λοιπόν όλων αυτών μπορεί να συνοψιστεί σε μια παρομοίωση: Στη δημοκρατία των τυφλών, ο μονόφθαλμος θα πάρει τα … μου !

Όνειρα γλυκά















Για χρόνια τώρα το βλέμμα κενό,
Στυλωμένο σε σκέψεις μακρινές.
Προσπερνα τις εικόνες, το πληγώνουν.
Αποφεύγει τα όνειρα.Δεν κράτησαν ποτέ

Πολύ μικρό για να ζει με αναμνήσεις
Πολύ μεγάλο για εφηβικές επιθυμίες
Πλανάται κάπου ανάμεσα χαμένο
Πολύ νωρίς, πολύ αργά, λες κι έχει σημασία.

Γι’ άλλη μια φορά βαραίνει, κουρασμένο
Γι’ άλλη μια φορά σκοτώθηκε η ώρα
Στο παράθυρο διακρίνει φώς, ξεμένει από νύχτα
Μην έχοντας που να πιαστεί, και πάντα άδειο
Σβήνει και πάλι, καρφωμένο στο κενό.
Και πάλι ματωμένο.

Καληνύχτα σας

Tuesday, September 05, 2006

Κατερίνα


Το αμάξι άρχισε σταδιακά να κόβει ταχύτητα μέχρι που ακινητοποιήθηκε εντελώς. Λίγο μπροστά του, στη μέση του δρόμου ήταν ξαπλωμένο ένα γατάκι. Δεν πρέπει να ήταν πάνω από 2 μηνών, πανέμορφο και κατάμαυρο με μεγάλα εκφραστικά μάτια, έμοιαζε να απολαμβάνει ευτυχισμένο τον ήλιο του πρωινού . Ο οδηγός, γύρω στα τριάντα, φαίνονταν εξαιρετικά βιαστικός. Μάλλον πήγαινε στη δουλειά. Μαρσάρισε δύο τρείς φορές μα το γατάκι καθότανε και κοίταζε το αυτοκίνητο ατάραχο.

Η πίεση πάνω στο φρένο μειώθηκε και το αυτοκίνητο άρχισε να τσουλάει στην κατηφόρα. Το γατάκι άρχισε να χάνεται κάτω από τον προφυλακτήρα και στη συνέχεια το κατάπιε ο τεράστιος όγκος του αμαξιού. Το αμάξι συνέχισε να κατηφορίζει και το γατάκι συνέχισε να παραμένει ακίνητο, μα κάπου στο ενδιάμεσο τρόμαξε και προσπάθησε να τρέξει προς τα δεξιά. Η ρόδα, γιγαντιαία σε μέγεθος μπροστά στο άμοιρο πλασματάκι, το πέτυχε, το αιχμαλώτισε πάνω στην άσφαλτο και περισσότερα απο εφτακόσια κιλά πέρασαν απο πάνω του. Οι αναρτήσεις και η αναισθησία του νέου έκαναν καλά την δουλειά τους και έτσι συνέχισαν την πορεία τους παρέα, με ολοένα και αυξανόμενη ταχύτητα δείχνοντας να μην έχουν καταλάβει τι είχε συμβεί.

Πίσω στην κρύα άσφαλτο ένα γατάκι κυλιότανε, σφαδάζοντας από τους πόνους καθώς αργοπέθαινε, πριν καν αρχίσει να γνωρίζει την ζωή. Στην γωνία του πεζοδρομίου αυτή η σκηνή αποθανατίζονταν. Καταγράφονταν στο μυαλό ενός αυτόπτη μάρτυρα, στα τρομαγμένα μάτια ενός κοριτσιού μόλις εφτά χρόνων, που δεν τολμούσε να πλησιάσει το γατάκι. Σαστισμένη, ακινητοποιημένη απο τον φόβο, συνέχισε να το κοιτάζει να αργοσβήνει, αδυνατώντας να καταλάβει την σκληρότητα του ανθρώπου που μόλις είχε καταστρέψει μία ζωή. Δύο μάτια έσβηναν. Δύο μάτια συνέχιζαν να κατηφορίζουν αδιαφορώντας. Και δύο μάτια θα έμεναν στιγματισμένα για πάντα.

Τα χρόνια πέρασαν και η μικρή Κατερινούλα μεγάλωσε και άλλαξε πολύ. Από εκείνη, τη μακρινή, ειρωνικά ηλιόλουστη μέρα όμως της είχε μείνει μία ασυνηθιστη ευαισθησία για τη ζωή. Αθεράπευτα ρομαντική, οδηγούσε χαμένη στις σκέψεις της όπως συνήθιζε, όταν στο κέντρο της λεοφόρου είδε την ιστορία να επαναλαμβάνεται. Ένα κατάμαυρο γατάκι ήταν ξαπλωμένο τεμπέλικα στο μέσον της λωρίδας. Θα μπορούσε να το έχει αποφύγει εύκολα, αλλάζοντας λωρίδα, μα είχε δει, και δεν είχε ξεχάσει, τι καταστροφή μπορούσε να προκαλέσει η αδιαφορία των ανθρώπων. Άναψε τα αλάρμ και έκοψε ταχύτητα. Το αμάξι πλησίασε το γατάκι προσεκτικά και όταν η Κατερίνα είδε ότι ο μαύρος μπόμπιρας δεν είχε καμία πρόθεσε να σηκωθεί, σταμάτησε εντελώς και βγήκε έξω.

Πλησίασε προσεκτικά, για να μην το τρομάξει, έσκυψε από πάνω του και το χάιδεψε. Το πήρε στην αγκαλιά της, και αυτό έκλεισε σφιχτά τα μάτια του και άρχισε να γουργουρίζει ευτυχισμένο, ανταποκρινόμενο στα χάδια της. Με μία γρήγορη ματιά διαπίστωσε ότι δεν ήταν πληγωμένο πουθενά και χαμογέλασε.

«Γεία σου, είμαι η Κατερίνα» του είπε χαρούμενα. Έσκυψε στο κοντά στο κεφάλι του και πολύ πολύ σιγά του ψιθύρισε:
«Έισαι ένα πανέμορφο και πολύ τυχερό γατάκι. Θα ζήσεις μία μεγάλη ζωή και θα φέρεις καινούρια ζωή στον κόσμο. Πρέπει όμως να μάθεις να είσαι λιγάκι πιό προσεκτικό.» Και με το υπέροχο αυτό πλασματάκι να γουργουρίζει και να τεντώνεται στην αγκαλιά της, προχώρησε προς το πεζοδρόμιο.

Το Κατερινάκι δεν πρόλαβε να δει τι το χτύπησε. Δεν πρόλαβε να αναρωτηθεί για ποιό λόγο ο μοτοσυκλετιστής είχε επιλέξει να περάσει ένα σταματημένο αυτοκίνητο από τα δεξιά. Όλα γύρω της θόλωσαν αστραπιαία. Οι ήχοι της λεοφόρου άρχισαν να ακούγονται τρομερά μακρινοί. Λένε ότι καθώς ξεψυχούν οι άνθρωποι, όλη τους η ζωή περνάει μπροστά από τα μάτια τους. Μα το μόνο που πρόλαβε να δεί η Κατερινούλα ήταν ένα μαύρο γατάκι να τρέχει τρομαγμένο προς το πεζοδρόμιο.