Friday, October 20, 2006

Μάτια που χωρίζονται, καρδιές που συναντιούνται


Η νύχτα είναι παγερή, μα για πρώτη φορά εδώ και αρκετές ημέρες ο ουρανός είναι ξάστερος και μυρίζει χειμώνα. Σε έναν παμπάλαιο σιδηροδρομικό σταθμό, ταξιδιώτες, υπάλληλοι και ζητιάνοι προχωρούν πέρα δώθε, βιαστικοί. Δεν είναι πάντα εύκολο να ξεχωρίσεις ποιος είναι τι, εκτός και αν προσέξεις το βλέμμα στα μάτια τους. Γιατί του άρεσαν τόσο πολύ οι σταθμοί; Το είχε ξεχάσει τον τελευταίο καιρό, μα σήμερα θυμήθηκε πόσο απολάμβανε να βλέπει ανθρώπους να έρχονται και να φεύγουν, να ξεκινούν και να τερματίζουν ταξίδια. Ανθρώπους που δεν φοβούνται τις διαδρομές. Είχε πάντα τάσεις φυγής και τα ταξίδια του έδιναν μία αίσθηση ελευθερίας. Όχι μόνο τα δικά του, μα και των άλλων. Όταν έβλεπε ταξιδιώτες θυμότανε τον εαυτό του. Ταξίδευε συνήθως μοναχός, με κάποιο βιβλίο στο ένα χέρι, γραμμένο από ανθρώπους που είχαν ταξιδέψει περισσότερο από αυτόν, τσιγάρο η καφέ στο άλλο, και μια γαλήνη στα μάτια. Έκλεινε και το κινητό, να μην τον ενοχλήσουν. Αυτές οι στιγμές ήταν μοναχά δικές του. Και πριν ξεκινήσει, μα και όταν έφτανε, έπινε πάντα έναν καφέ στο σταθμό. Μόνος του, σιωπηλός παρατηρητής ανθρώπων στις ομορφότερες στιγμές τους.

Σήμερα δεν ταξίδευε. Σήμερα αποχαιρετούσε. Δεν την είχε γνωρίσει παρά μόνο λίγες μέρες πριν, μα ήταν σαν να την ήξερε χρόνια. Οι αποστάσεις τον κυνηγούσαν διαρκώς, κι έτσι σήμερα εκείνη έπρεπε να φύγει. Έφτασαν στον σταθμό μία ώρα νωρίτερα και αποφάσισαν να την περάσουν πίνοντας έναν αποχαιρετιστήριο καφέ. Δεν θα παρατηρούσε τον κόσμο σήμερα γιατί όλος ο κόσμος καθότανε απέναντι του και τον κοίταζε στα μάτια. Σε λίγο θα τους χώριζαν εκατοντάδες χιλιόμετρα μα τώρα τους χώριζε μοναχά ένα μικρό τραπεζάκι. Δεν μίλησαν πολύ αλλά κοιτάζονταν συνέχεια. Η σιωπή επέτρεπε στα βλέμματα ν’ αγγίζονται στενότερα. Κι αυτά τα δύο βλέμματα ήταν σαν να περίμεναν μια ολόκληρη ζωή για να πέσουν τυχαία το ένα πάνω στο άλλο. Αυτά τα δύο βλέμματα είχανε πολλά να πουν. Μα τώρα, τι κι αν αυτός θα ορκίζονταν πως κάθισαν πριν από ένα λεπτό, η ώρα είχε κιόλας περάσει.

Με βαριά βήματα και με μισή καρδιά προχώρησαν αργά προς τις αποβάθρες. Της έδωσε χαρτομάντιλα για το δρόμο. Όχι για τα δάκρυα αλλά για το συνάχι που είχαν και οι δύο, το μοναδικό στοιχείο ρεαλισμού που υπήρχε αυτές τις υπέροχα ρομαντικές ημέρες. Έμειναν αγκαλιασμένοι μέχρι το τελευταίο λεπτό κι έπειτα αυτή ανέβηκε στο τρένο που θα την έπαιρνε μακριά του. Αυτός ακουμπισμένος σε ένα πεζούλι την κοίταζε. Το πρόσωπό της ήταν υπέροχο με το παράθυρο του τρένου για κάδρο. Σαν φωτογραφία. Σαν νοερή φωτογραφία θα την κράταγε αυτή την εικόνα, όχι για να την δείχνει στους φίλους του, μα για να την ξαναφέρνει στο μυαλό του κάθε φορά που θα χρειάζονταν ένα τσίμπημα ομορφιάς στην ζωή του.

Οι πόρτες του τρένου έκλεισαν κι αυτοί κοιτάζονταν ακόμη. Μα σε αντίθεση με άλλους αποχωρισμούς, εδώ δεν υπήρχε θλίψη στα πρόσωπα. Όλο αυτό ήτανε απλώς το τέλος μιας υπέροχης αρχής. Τα πάντα ξεκίναγαν τώρα. Αυτές οι στιγμές σε έναν βρομερό σταθμό του τρένου ήτανε στιγμές σταθμός για την ζωή του. Τα βαγόνια άρχισαν να χάνονται το ένα μετά το άλλο. Έφερε στην μύτη του το λαστιχάκι των μαλλιών που της είχε ζητήσει να του αφήσει, και παρόλο το συνάχι, μέθυσε ξανά από το άρωμά της. Τα χείλη του μειδίασαν. Τα μάτια του πλημμύρισαν από ελπίδα.

«Καλώς ήρθες στον κόσμο μου» σκέφτηκε. Και το χαμόγελό του πλάτυνε.

«Καλό μας ταξίδι»

7 comments:

Sophia Choleva said...

:)

nosyparker said...

Mπαγασάκο!!! :p

Γείτων said...

Καλησπέρα Σοφάκι :)

Γεία σου Νοζυ

Ομιλητικότατες σας βλέπω και τις 2 :P

sorry_girl said...

Πολύ όμορφο κείμενο..

Τι μου θύμισες μωρέ τώρα;!

Anonymous said...

Και φυσικά όλα αυτά έγιναν γύρω από ένα ταξίδι με τραίνο, το πιο όμορφο είδος ταξιδιού που μπορείς να κάνεις.

Πανέμορφο. Την καλημέρα μου.

Θεριό Ανήμερο said...

Αχού μωρέ το παιδί το ρομαντικούλι!!!

Γείτων said...

Kαλησπέρες από μυτιλήνη λοιπόν.

Ιριδίζουσα σε ευχαριστώ και καλως ήρθες

Σόρρυ είσαι και εσύ των αποχαιρετισμών ε; :P

Μπαμπάκη με τρένα κυνηγάμε τις Ιθάκες και αν μην τι άλλο απολαμβάνουμε τις διαδρομές. Καλησπέρα κι από μένα

Θεριό Ρομαντκέλλι το λένε οι μυτιλινιοί. Το νου σου! Αύριο θα είμαι θεσσαλονίκη και πάλι